Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναλυτικά οι αλλαγές για την οικειοθελή αποκάλυψη εισοδημάτων που προβλέπει η τροπολογία




Με την τροπολογία που κατατέθηκε στη Βουλή, προβλέπεται η παράταση για την ένταξη στη
ρύθμιση οικειοθελούς αποκάλυψης φορολογητέας ύλης παρελθόντων ετών των άρθρων 57-61 του ν. 4446/2016 έως 30.9.2017. Ωστόσο εκτός από την μεταφορά της καταληκτικής ημερομηνίας με την ίδια τροπολογία προβλέπεται και η αναπροσαρμογή των κατά περίπτωση ποσοστών πρόσθετων φόρων. Αναλυτικά, βάσει της εν λόγω τροπολογίας οι αλλαγές στα άρθρα 57 και 58 του νόμου 4446/2016 έχουν ως εξής:


Άρθρο 57. Ρύθμιση για την υποβολή δηλώσεων
1. Φορολογούμενοι, οι οποίοι δεν έχουν υποβάλει δήλωση ή έχουν υποβάλει ελλιπή ή ανακριβή δήλωση, μπορούν από τη δημοσίευση του παρόντος μέχρι και τις 31.5.2017  30.9.2017 να υποβάλουν αρχικές ή τροποποιητικές, χρεωστικές ή μηδενικές, δηλώσεις, ανεξαρτήτως αν προκύπτει φόρος για καταβολή. Η ρύθμιση του ανωτέρω εδαφίου καταλαμβάνει κάθε υποχρέωση από φόρο, τέλος ή εισφορά εκ των αναφερομένων στο άρθρο 2 και στο Παράρτημα του ν. 4174/2013 (Α' 170), καθώς και οποιαδήποτε δήλωση πληροφοριακού χαρακτήρα, υπό την προϋπόθεση ότι η προθεσμία για την υποβολή της αρχικής δήλωσης είχε λήξει μέχρι τις 30.9.2016.
Σύμφωνα με την τροπολογία  (παρ.1 του άρθρου....): Η προθεσμία του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 57 του ν. 4446/2016 (Α'240) παρατείνεται από τότε που έληξε μέχρι και τις 30.9.2017.
2. Οι δηλώσεις υποβάλλονται, κατά περίπτωση, ηλεκτρονικά ή χειρόγραφα. Μετά την υποβολή της δήλωσης διενεργείται, κατά περίπτωση, άμεσος, διοικητικός ή διορθωτικός προσδιορισμός του οφειλόμενου κύριου φόρου, τέλους ή εισφοράς, καθώς και του πρόσθετου φόρου εκπρόθεσμης υποβολής των άρθρων 1 και 2 του ν. 2523/1997 (Α' 179), ή του προστίμου εκπρόθεσμης υποβολής του άρθρου 54 του ν. 4174/2013, κατά περίπτωση, και υπολογισμός του τόκου του άρθρου 53 του ν. 4174/2013.
Εάν από τις ανωτέρω δηλώσεις δεν προκύπτει φόρος, τέλος ή εισφορά δεν επιβάλλεται το πρόστιμο του άρθρου 4 παρ. 1 του ν.
2523/1997 ή του άρθρου 54 του ν. 4174/2013.
3. Για αρχικές και τροποποιητικές δηλώσεις που υποβάλλονται κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου μέχρι και τις 31.3.2017, ο τυχόν οφειλόμενος πρόσθετος φόρος κατά τα άρθρα 1 και 2 του ν. 2523/1997 (Α' 179) ορίζεται στο οκτώ τοις εκατό (8%) του κυρίου φόρου.
Για αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις που υποβάλλονται μετά τις 31.3.2017 και μέχρι το πέρας της προθεσμίας της παραγράφου 1, ο τυχόν οφειλόμενος πρόσθετος φόρος ορίζεται στο
δέκα τοις εκατό (10%) δώδεκα τοις εκατό (12%) του κυρίου φόρου.
Σύμφωνα με την τροπολογία  (παρ.2α του άρθρου....): Για δηλώσεις που υποβάλλονται από την 1.6.2017 και μέχρι τη λήξη της προθεσμίας της προηγούμενης παραγράφου, ο συντελεστής πρόσθετου φόρου δέκα τοις εκατό (10%) του τελευταίου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 57 του ν. 4446/2016 ορίζεται σε δώδεκα τοις εκατό (12%) του κύριου φόρου.
4. Ο κατά τα ανωτέρω προσδιορισθείς πρόσθετος φόρος αναπροσαρμόζεται περαιτέρω βάσει των συντελεστών αναπροσαρμογής του κατωτέρω πίνακα αναλόγως του έτους εντός του οποίου έληξε η προθεσμία υποβολής της αρχικής δήλωσης, ως ακολούθως:

 
ΕΤΟΣ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗΣ ΑΝΑΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ
Έως 2001 25,00%
2002 23,00%
2003 20,00%
2004 16,00%
2005 15,00%
2006 12,00%
2007 10,00%
2008 6,00%
2009 5,00%
2010 και μετά 0,00%

Αρθρο 58. Λοιπές περιπτώσεις υπαγωγής στη ρύθμιση
1. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 18 και της παρ. 3 του άρθρου 19 του ν. 4174/2013, στις διατάξεις του άρθρου 57 μπορούν να υπαχθούν και φορολογούμενοι για τους οποίους έχει εκδοθεί ή θα εκδοθεί εντολή ελέγχου μέχρι το πέρας της προθεσμίας του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 57, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο παρόν άρθρο.
2. Στην περίπτωση που έχει εκδοθεί ή θα εκδοθεί εντολή ελέγχου μέχρι το πέρας της προθεσμίας του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 57, ο φορολογούμενος δύναται να υποβάλει τις σχετικές δηλώσεις με τους όρους και τις προϋποθέσεις του άρθρου 57, οποτεδήποτε μέχρι την κοινοποίηση της εντολής ή της πρόσκλησης παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του ν. 4174/2013. Μετά την κοινοποίηση της εντολής ελέγχου ή της πρόσκλησης παροχής πληροφοριών εφαρμόζεται η επόμενη παράγραφος.
3. α. Στην περίπτωση που η εντολή ελέγχου ή η πρόσκληση παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του ν. 4174/2013 κοινοποιείται μετά την κατάθεση του παρόντος στη Βουλή και έως το πέρας της προθεσμίας της παραγράφου 1 του άρθρου 57, οι φορολογούμενοι μπορούν να υποβάλουν δηλώσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 57 για φορολογικά αντικείμενα που αναφέρονται στην εντολή. Οι σχετικές δηλώσεις υποβάλλονται εντός προθεσμίας ενενήντα (90) ημερών από την κοινοποίηση της εντολής ελέγχου ή της πρόσκλησης παροχής πληροφοριών στον φορολογούμενο, εφαρμοζομένων των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 57.
Σύμφωνα με την τροπολογία  (παρ.3 του άρθρου....):Σε περίπτωση που η κοινοποίηση της εντολής ελέγχου ή της πρόσκλησης παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του ν. 4174/2013 (Α' 170) έχει γίνει μέχρι την 31.5.2017, για δηλώσεις που υποβάλλονται, κατ' εφαρμογή των διατάξεων της περίπτ. α' της παρ. 3 του άρθρου 58 του ν. 4446/2016, από την 1.6.2017 και έως τη λήξη της προθεσμίας των ενενήντα (90) ημερών από την ως άνω κοινοποίηση, εφαρμόζεται ο συντελεστής πρόσθετου φόρου δέκα τοις εκατό (10%) της παραγράφου 3 του άρθρου 57 του ν. 4446/2016.

β. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να κοινοποιήσει προσωρινό διορθωτικό προσδιορισμό φόρου ή προστίμων μόνο μετά την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας των ενενήντα (90) ημερών. Ο φορολογούμενος δύναται να υποβάλει δηλώσεις για τα φορολογικά αντικείμενα που αναφέρονται στη σχετική εντολή και μετά την πάροδο των ενενήντα (90) ημερών και μέχρι το πέρας της προθεσμίας της παραγράφου 1 του άρθρου 57. Για δηλώσεις υποβαλλόμενες σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, ο πρόσθετος φόρος ορίζεται σε δεκαπέντε τοις εκατό (15%)   δεκαοκτώ τοις εκατό (18%) του κύριου φόρου, εάν πριν την υποβληθείσα δήλωση δεν έχει κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο προσωρινός προσδιορισμός φόρου ή προστίμων, και σε τριάντα τοις εκατό (30%) τριάντα έξι τοις εκατό (36%) του κύριου φόρου, εάν στο μεταξύ έχει κοινοποιηθεί προσωρινός προσδιορισμός.
Σύμφωνα με την τροπολογία  (παρ.2β του άρθρου....):Οι συντελεστές πρόσθετου φόρου, δεκαπέντε τοις εκατό (15%) και τριάντα τοις εκατό (30%), της περίπτ. β' της παρ. 3 του άρθρου 58 του ν. 4446/2016 ορίζονται σε δεκαοκτώ τοις εκατό (18%) και τριάντα έξι τοις εκατό (36%) του κύριου φόρου, αντίστοιχα.
4. α. Στην περίπτωση που κατά την κατάθεση του παρόντος στη Βουλή έχει ήδη κοινοποιηθεί εντολή ελέγχου ή πρόσκληση παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του ν. 4174/2013, οι φορολογούμενοι μπορούν να υποβάλουν δηλώσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 57, για φορολογικά αντικείμενα που αναφέρονται στην εντολή. Οι σχετικές δηλώσεις υποβάλλονται εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος. Το ποσοστό πρόσθετου φόρου ορίζεται σε δέκα τρία τοις εκατό (13%) του κυρίου φόρου.
β. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να κοινοποιήσει προσωρινό διορθωτικό προσδιορισμό φόρου ή προστίμων μόνο μετά την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας των εξήντα (60) ημερών. Ο φορολογούμενος δύναται να υποβάλει δηλώσεις για τα φορολογικά αντικείμενα που αναφέρονται στην εντολή και μετά την πάροδο των εξήντα (60) ημερών και μέχρι το πέρας της προθεσμίας της παραγράφου 1 του άρθρου 57. Για δηλώσεις υποβαλλόμενες σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, ο πρόσθετος φόρος ορίζεται σε δεκαπέντε τοις εκατό (15%)  δεκαοκτώ τοις εκατό (18%) του κύριου φόρου, εάν πριν την υποβληθείσα δήλωση δεν έχει κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο προσωρινός προσδιορισμός φόρου ή προστίμων, και σε τριάντα τοις εκατό (30%) τριάντα έξι τοις εκατό (36%) του κύριου φόρου, εάν στο μεταξύ έχει κοινοποιηθεί προσωρινός προσδιορισμός.
Σύμφωνα με την τροπολογία  (παρ.2β του άρθρου....):Οι συντελεστές πρόσθετου φόρου, δεκαπέντε τοις εκατό (15%) και τριάντα τοις εκατό (30%), της περίπτ. β' της παρ. 4 του άρθρου 58 του ν. 4446/2016 ορίζονται σε δεκαοκτώ τοις εκατό (18%) και τριάντα έξι τοις εκατό (36%) του κύριου φόρου, αντίστοιχα.
5. Στην περίπτωση που κατά την κατάθεση του παρόντος στη Βουλή έχει ήδη κοινοποιηθεί προσωρινός διορθωτικός προσδιορισμός φόρου ή προστίμων, ο φορολογούμενος δύναται να υποβάλει τις δηλώσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 57 εντός τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να κοινοποιήσει πράξεις οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ή επιβολής προστίμων μόνο μετά την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας. Οριστικές πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ή επιβολής προστίμων που κατά την κατάθεση του παρόντος στη Βουλή δεν έχουν κοινοποιηθεί, κοινοποιούνται μόνο μετά την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών, αφού τροποποιηθούν, με πράξη του οργάνου που τις εξέδωσε, λαμβάνοντας υπόψη το περιεχόμενο τυχόν υποβληθείσας δήλωσης κατά τον παρόντα νόμο. Το ποσοστό πρόσθετου φόρου ορίζεται σε είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του κυρίου φόρου.
6. Για τις υποβαλλόμενες δηλώσεις σύμφωνα με το παρόν άρθρο ισχύουν τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 57 και οι συντελεστές πρόσθετου φόρου του παρόντος άρθρου αναπροσαρμόζονται περαιτέρω κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 57.
7. Δηλώσεις για φορολογητέα ύλη και αντικείμενα που δεν έχουν περιληφθεί σε εντολή ελέγχου, προσωρινό προσδιορισμό ή οριστικό προσδιορισμό φόρου ή πράξη επιβολής προστίμων, υποβάλλονται οποτεδήποτε μέχρι το πέρας της προθεσμίας της παραγράφου 1 του άρθρου 57, με τους όρους και τις προϋποθέσεις του άρθρου 57.




Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ενίσχυση της Ίδρυσης και Λειτουργίας νέων Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων

  Ο επιχορηγούμενος προϋπολογισμός κάθε επενδυτικού σχεδίου κυμαίνεται από ​ 30.000 € έως 400.000 €. ​​ Το ποσοστό ενίσχυσης των αιτήσεων χρηματοδότησης είναι ενιαίο για όλες τις επιλέξιμες δαπάνες των επενδυτικών σχεδίων και ανέρχεται στο 45% του επιχορηγούμενου προϋπολογισμού. Το ποσοστό της επιχορήγησης δύναται να αυξηθεί κατά: ​​10% εφόσον η επένδυση πραγματοποιηθεί σε απομακρυσμένη ή πυρόπληκτη ή πλημμυροπαθή περιοχή ή μικρά νησιά και επιπλέον κατά 5% με την επίτευξη του στόχου της απασχόλησης τουλάχιστον 1 ΕΜΕ, τον πρώτο χρόνο μετά την ολοκλήρωση της επένδυσης. Η διάρκεια υλοποίησης του φυσικού και οικονομικού αντικειμένου του επενδυτικού σχεδίου θα είναι 24 μήνες απο την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης ένταξης. Σε ποιους απευθύνεται ​Υπό ίδρυση και νεοσύστατες Πολύ Μικρές, Μικρές, και Μεσαίες Επιχειρήσεις, οι οποίες θα δραστηριοποιηθούν ή δραστηριοποιούνται στους επιλέξιμους ΚΑΔ της Πρόσκλησης (Παράρτημα ΙΙ   EΠΙΛΕΞΙΜΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ – ΚΑΔ). Κατηγορία

Ενίσχυση της Ίδρυσης και Λειτουργίας νέων Μικρομεσαίων Τουριστικών Επιχειρήσεων

  Ο επιχορηγούμενος προϋπολογισμός κάθε επενδυτικού σχεδίου κυμαίνεται από 80.000€ έως 400.000€. Η επιχορήγηση θα ανέρχεται σε ποσοστό 45% επί των υποβαλλόμενων δαπανών. Το ποσοστό ενίσχυσης δύναται να προσαυξάνεται κατά (α) 10% εφόσον η επένδυση πραγματοποιηθεί σε απομακρυσμένη ή πυρόπληκτη ή πλημμυροπαθή περιοχή ή μικρά νησιά και (β) επιπλέον κατά 5% με την επίτευξη της κάλυψης του στόχου απασχόλησης τουλάχιστον 0,2 ΕΜΕ, τον πρώτο χρόνο μετά την ολοκλήρωση της επένδυσης. Η διάρκεια υλοποίησης του φυσικού και οικονομικού αντικειμένου του επενδυτικού σχεδίου ορίζεται αυστηρά σε 24 μήνες, μη επιδεχόμενη την οποιαδήποτε παράταση. Σε ποιους απευθύνεται Υπό ίδρυση και νεοσύστατες μεσαίες, μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις που αναμένεται να δραστηριοποιηθούν στον κλάδο του τουρισμού , όπως αυτές ορίζονται στη Σύσταση της Επιτροπής 2003/361/ΕΚ. Με τον όρο νεοσύστατες ορίζονται οι επιχειρήσεις για τις οποίες δεν έχει παρέλθει 12μηνο συνεχούς λειτουργίας α

Παρατείνεται μέχρι τέλος του χρόνου το «Καλάθι του νοικοκυριού»

    Επεκτείνεται μέχρι 31/12/2023 και το πλαφόν για τις επιχειρήσεις που εμπορεύονται βασικά καταναλωτικά προϊόντα και καύσιμα προκειμένου να αντιμετωπιστούν φαινόμενα αθέμιτης κερδοφορίας εις βάρος των καταναλωτών 30 Ιουνίου 2023 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΥΠΟΥ ΥΠ. ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Παρατείνεται μέχρι τέλος του χρόνου το «Καλάθι του νοικοκυριού» Το Υπουργείο Ανάπτυξης ενημερώνει το καταναλωτικό κοινό και τις επιχειρήσεις ότι η πρωτοβουλία «Καλάθι του νοικοκυριού» θα συνεχιστεί μέχρι και τις 31 Δεκεμβρίου 2023. Παράλληλα, θα επεκταθεί μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2023 το μέτρο του μεγίστου περιθωρίου κέρδους για τις επιχειρήσεις που εμπορεύονται βασικά καταναλωτικά προϊόντα και καύσιμα προκειμένου να αντιμετωπιστούν φαινόμενα αθέμιτης κερδοφορίας εις βάρος των καταναλωτών.